Στην μακρά του δημοσιογραφική καριέρα, κάλυψε σπουδαίες αθλητικές διοργανώσεις και Παγκόσμια Κύπελλα ποδοσφαίρου.
Για 17 χρόνια παρουσίαζε την «Αθλητική Κυριακή».
Σε ηλικία 91 ετών έφυγε από τη ζωή ο δημοσιογράφος Γιάννης Διακογιάννης, «πρύτανης» του αθλητικού ρεπορτάζ, όπως μετέδωσε πριν από λίγη ώρα η ΕΡΤ.
Γεννημένος στη Αθήνα, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό από την εφηβική ηλικία, με ιδιαίτερη αδυναμία στον στίβο. Σπούδασε μουσική στη Γαλλία, όμως τελικά τον κέρδισε η δημοσιογραφία.
Όπως γράφει το ertnews.gr, κάλυψε με ανταποκρίσεις του πάρα πολλές κορυφαίες διοργανώσεις, μεταξύ των οποίων Παγκόσμια Κύπελλα ποδοσφαίρου (από αυτό του 1954 στην Ελβετία έως εκείνο του 1998 στη Γαλλία), διεθνείς αγώνες και παγκόσμια πρωταθλήματα στίβου, τελικούς αγώνες διασυλλογικών ευρωπαϊκών ποδοσφαιρικών διοργανώσεων (όπως του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 μεταξύ Άγιαξ και Παναθηναϊκού). Το 2004 υπήρξε σχολιαστής στους αγώνες της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου ανδρών στο Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου όταν και το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα κατέκτησε το τρόπαιο.
Από το Σεπτέμβριο του 1966 έως το 1983 ήταν ο βασικός παρουσιαστής της εβδομαδιαίας αθλητικής τηλεοπτικής εκπομπής «Αθλητική Κυριακή» (αρχικά «Αθλητικά Νέα»), ενώ το Σεπτέμβριο του 1969 είχε παρουσιάσει το 9ο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Αθλητισμού, που διεξήχθη στο Στάδιο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» και αποτέλεσε την πρώτη μετάδοση αγώνων στίβου από ελληνικό τηλεοπτικό συνεργείο.
Εργάσθηκε επίσης σε ιδιωτικό κέντρο αθλητικού ρεπορτάζ, ως καθηγητής δημοσιογραφίας. Από τα έργα του ξεχωρίζουν το τετράτομο «100 Χρόνια Ποδόσφαιρο» (Μίλητος, 2006), το «60 Χρόνια Μουντιάλ» (Λιβάνης, 1990), το «Οι Μεγάλες Μορφές του Αθλητισμού» (Κάκτος, 1979) κ.α. Ήταν, ακόμη, παραγωγός μουσικών ραδιοφωνικών εκπομπών. Κόρη του (υιοθετημένη) ήταν η δημοσιογράφος Ρίκα Βαγιάνη.
Υπήρξε ο πρώτος που τιμήθηκε για την εν γένει προσφορά του με το βραβείο «Ελένη Βλάχου» το 2003, ως δημοσιογράφος των «Νέων». Αποτελεί πιθανότατα τον μοναδικό Έλληνα αθλητικό δημοσιογράφο του οποίου το επώνυμο περιλήφθηκε σε στίχο τραγουδιού, συγκεκριμένα στο «Αρχίζει το ματς» σύνθεσης και εκτέλεσης του Λουκιανού Κηλαηδόνη το 1979.
Τον Ιανουάριο του 2017 ο Διακογιάννης παραδέχθηκε για πρώτη φορά δημόσια ότι είναι οπαδός του Παναθηναϊκού, σε εκδήλωση του Δήμου Βύρωνα για την παρουσίαση του βιβλίου του παλαιού ποδοσφαιριστή Δημήτρη Θεοφάνη. Ο Διακογιάννης δήλωσε: «Παναθηναϊκός είμαι, Αθηναίος είμαι, Παναθηναϊκός είμαι. Έχω γνωρίσει τον Απόστολο Νικολαΐδη».
ΕΣΗΕΑ: «Του Διακογιάννη η φωνή» στιγμάτισε τα κυριακάτικά μας βράδια
«Ο Γιάννης Διακογιάννης, για πολλούς ο κορυφαίος στον τομέα του, υπήρξε αναμφισβήτητα μια εμβληματική φυσιογνωμία της δημοσιογραφίας και δικαίως λογίζεται ως ένας από τους θεμελιωτές του σύγχρονου αθλητικού ρεπορτάζ» τονίζει σε ανακοίνωσή της η ΕΣΗΕΑ, με την οποία εκφράζει τα συλλυπητήριά της στους οικείους του. «Άνοιξε το δρόμο για τις επόμενες γενιές αθλητικών συντακτών, παρέδωσε μαθήματα ενδεδειγμένης αθλητικής μετάδοσης και κάλυψε τις περισσότερες εγχώριες και διεθνείς διοργανώσεις του καιρού του: τέσσερις Ολυμπιακούς Αγώνες, μεταξύ αυτών και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972, τους πρώτους που μεταδόθηκαν τηλεοπτικά στην Ελλάδα, οκτώ Παγκόσμια Κύπελλα ποδοσφαίρου, παγκόσμια πρωταθλήματα στίβου και αμέτρητα άλλα αθλητικά γεγονότα, ενώ την καριέρα του στιγμάτισε η παρουσίαση της θρυλικής "Αθλητικής Κυριακής" από το 1966 έως και το 1983 στην ΕΡΤ, μιας εκπομπής που χάραξε την εθνική συλλογική μας μνήμη και ακόμα αποτελεί τη μακροβιότερη αθλητική εκπομπή στην ελληνική τηλεόραση» σημειώνει.
«"Του Διακογιάννη η φωνή", η φωνή που στιγμάτισε τα κυριακάτικά μας βράδια, η φωνή που έγινε τραγούδι στα στόματα φιλάθλων και μη, σίγησε για πάντα. Όλοι όσοι τον γνώρισαν κι όλοι όσοι παρακολούθησαν την πορεία του, θα τον θυμούνται όπως ακριβώς ήταν: αγέρωχος και επιβλητικός, ευρυμαθής και γλαφυρός στις περιγραφές του, ευγενής και κομψός στους τρόπους του, γνώστης αλλά και λάτρης του αντικειμένου του. Υπήρξε δάσκαλος για τους νεότερους συναδέλφους και φωτεινό παράδειγμα ευγλωττίας, ταλέντου, εργατικότητας αλλά και αντικειμενικότητας στο ρεπορτάζ. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι η επαγγελματική του πορεία τον τοποθέτησε στο πάνθεον των κορυφαίων και αξεπέραστων της ελληνικής δημοσιογραφίας» υπογραμμίζει, αποχαιρετώντας «τον εκλεκτό συνάδελφο, ο οποίος αφήνει πίσω του δυσαναπλήρωτο κενό και φτωχότερο το λειτούργημά μας».
ΠΗΓΗ: www.avgi.gr